Κλέφτες και ‘Αμαρτωλοί’

Μεταφέρω αυτολεξεί απόσπασμα από το άρθρο του Ανδρέα Δρυμιώτη στο Κυριακάτικο φύλλο της Καθημερινής (19/3/2023) «Αλήθεια, αυτή είναι η Ελλάδα μας;»

“Οι περισσότεροι διαγωνισμοί του Δημοσίου είναι φαλκιδεμένοι. Η αιτία είναι εξαιρετικά απλή. Δεν έχει ποτέ τιμωρηθεί κανένας για φαλκίδευση η στήσιμο κάποιου διαγωνισμού. Και δεν εννοώ μόνο τους εργολάβους, αλλά και δημόσιους λειτουργούς, που ‘στήνουν’ τους διαγωνισμούς με φωτογραφικές διατάξεις. Ούτε για τις καθυστερήσεις, ούτε για τις υπερβάσεις”.

Η εργολαβία για την τηλεδιοίκηση των τρένων, που δεν έχει μέχρι σήμερα υλοποιηθεί παρά τις τόσες παρατάσεις και προσαυξήσεις, ήρθε στην επιφάνεια έπειτα από μια εθνική τραγωδία, όντας η ορατή κορυφή του παγόβουνου. Οι πραγματικές παρόμοιες περιπτώσεις είναι αναρίθμητες και έχουν δημιουργήσει μια πραγματικότητα, αποδεκτή από μεγάλο μέρος της κοινωνίας που την προσλαμβάνει δυστυχώς σαν κανονικότητα. Όποιος τολμήσει να προβεί σε καταγγελία, κινδυνεύει να χαρακτηριστεί γραφικός ή στην καλύτερη περίπτωση ρομαντικός, χώρια που μπορεί να βρεθεί κατηγορούμενος.

Οι κρατικοί λειτουργοί, κοινώς βαθύ κράτος, έχουν απεριόριστες δυνατότητες ελιγμών ακροβατώντας στα όρια της περί έργων νομοθεσίας, με την κάλυψη κρατικών νομικών συμβούλων και με την ανοχή, την κάλυψη ή ακόμη και τη συμμετοχή των πολιτικών τους προϊσταμένων.

Αν υποθέσουμε (προσοχή περί υποθέσεως πρόκειται) ότι η τεχνική υπηρεσία ενός μεγάλου οργανισμού είναι διεφθαρμένη, τότε η προϊσταμένη πολιτική εξουσία έχει εναλλακτικά τρεις τρόπους αντίδρασης: σύγκρουση, αδιαφορία (συγκάλυψη), συμπαιγνία (συνενοχή).

Στην πρώτη περίπτωση, της σύγκρουσης με τους υπηρεσιακούς παράγοντες, οι μεν υπηρεσιακοί θα επιπλεύσουν χάρις στην υποστήριξη των συνδικαλιστών συναδέλφων τους την προστασία που τους παρέχει ο περί δημοσίων υπαλλήλων νόμος και το ατελεύτητο της δικαστικής διαδικασίας, η δε πολιτική εξουσία θα καταδικαστεί να μην κόψει κατά τη διάρκεια της θητείας της ούτε μια κορδέλα, με το ανάλογο πολιτικό κόστος.

Υπάρχει η εναλλακτική λύση του ΄κάνε πως κοιμάσαι’, ή αυτή του Πόντιου Πιλάτου. Στην περίπτωση αυτή οι μεν υπηρεσιακοί πιθανώς να προσέχουν περισσότερο και να προκαλούν λιγότερο, οι δε πολιτικοί θριαμβεύουν κόβοντας κορδέλες για έργα που θα μπορούσαν να γίνουν ταχύτερα, φθηνότερα και καλύτερα.

Η τρίτη περίπτωση της συμπαιγνίας και της συνενοχής έχει τις πιο δραματικές επιπτώσεις. Οι υπηρεσιακοί παράγοντες που διαχειρίζονται τα χρήματα του Έλληνα ή του Ευρωπαίου φορολογούμενου γίνονται αλαζόνες και αναίσχυντοι, αφού δεν έχουν τίποτα να φοβηθούν. Πολυετείς καθυστερήσεις απλώς και μόνο για να στηθεί καλά ο διαγωνισμός, επανειλημμένες φωτογραφίσεις συγκεκριμένων εργολάβων, μείωση αντικειμένου ώστε να προκύψουν τα απαραίτητα περιθώρια, απειλές ότι είτε το έργο θα γίνει με τον τρόπο που αυτοί επιλέγουν ή δε θα γίνει καθόλου, όλα τα έχουν στο οπλοστάσιό τους.

Επαίρονται ότι διαχειρίζονται επωφελώς (για ποιον άραγε;) διαγωνισμούς εκατομμυρίων καταργώντας τον ανταγωνισμό (έχουμε δει αναθέσεις εκατομμυρίων με ένα μόνο συμμετέχοντα εργολάβο), επιλέγοντας μεθόδους συγκαλυμμένης αλλά νόμιμη δυστυχώς απευθείας ανάθεσης. Ο διαπράξας το εγχείρημα υπηρεσιακός παράγων επιβραβεύεται συνήθως με την τοποθέτησή του ως επιβλέποντος του έργου και του εργολάβου τον οποίο έχει σκανδαλωδώς ευνοήσει. Όλα τέλεια, εκτός ίσως από την ηθική του ζητήματος.

Ίσως φταίει η παιδεία μας, αφού από τα θρανία μάθαμε να εξυμνούμε τους κλέφτες και τους αρματολούς που είχαν όχι μόνο την αποδοχή αλλά και τον θαυμασμό της τότε κοινωνίας, υμνήθηκαν από την λαϊκή μούσα, αντίληψη που πέρασε και σε εμάς τους νεότερους, που γεμίσαμε με δρόμους «Αρματολών και Κλεφτών».

«Αν δεν φάγωμεν ημείς, ας πάει κατά διαόλου η ελευθερία» φέρεται ειπών ο Μακρυγιάννης, ως υπερασπιστής των «αυτοχθόνων». Ο πρώτος που προσπάθησε να δημιουργήσει ένα κράτος προσαρμοσμένο στις προδιαγραφές του καιρού του ήταν ο Καποδίστριας με τη γνωστή σε όλους κατάληξη. Έκτοτε μεγάλοι ηγέτες επιχείρησαν να συγκροτήσουν μια σύγχρονη ευρωπαϊκή δημοκρατία, αλλά δεν κατάφεραν να συγκρουστούν με το βαθύ κράτος που εξακολουθεί να θριαμβεύει.

Το μοναστήρι να ‘ν’ καλά, και τα καλογερόπουλα χίλια!

Στη χώρα μας ο Δημόσιος Τομέας αναλώνει περίπου το 57% της ετήσιας εθνικής μας δημιουργίας, ποσοστό πάρα πολύ μεγάλο. Αυτό το μέγεθος γίνεται ακόμα μεγαλύτερο, αν ληφθεί υπ’ όψη ότι και οι πάσης φύσεως επενδύσεις των ιδιωτών κατευθύνονται ή επηρεάζονται από τις Δημόσιες Δαπάνες. Άρα, η προσοχή και η επιμέλειά μας για την σωστή διαχείριση των Δημοσίων Δαπανών είναι κεφαλαιώδους σημασίας, θα έλεγα ότι είναι «Εθνική Επιταγή».

Οι σκεπτόμενοι πολίτες μια ψήφο έχουμε και τη φωνή μας. Οφείλουμε να τα χρησιμοποιήσουμε με τόλμη, για το κοινό καλό.

Ευθύμιος Βαζαίος

Μηχανολόγος Ηλεκτρολόγος Μηχανικός

τ. Διευθύνων Σύμβουλος Χιονοδρομικού Κέντρου Καλαβρύτων